Πετρούπολη

Πετρούπολη
I
Bλ. λ. Λένινγκραντ.
II
Δήμος (;;; κάτ.) στην πρώην επαρχία Αττικής στη νομαρχία Δυτικής Αττικής. Προάστιο της Αθήνας (κάτ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αγία Πετρούπολη — (Sankt Peterburg) . Πόλη (4.694.000 κάτ. το 2000), πρωτεύουσα της ομώνυμης διοικητικής περιοχής (85.900 τ. χλμ.) της Ρωσικής Ομοσπονδίας και παλαιά πρωτεύουσα της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Χτισμένη στον Φινικό κόλπο (Βαλτική θάλασσα), στο δέλτα των… …   Dictionary of Greek

  • Μποροντίν, Αλεξάντρ Πορφίρεβιτς — (Πετρούπολη 1833 – 1887). Ρώσος συνθέτης και χημικός. Νόθος γιος του πρίγκιπα Μποροντίν, σπούδασε χημεία στην πατρίδα του και στη Γερμανία, τραβώντας νωρίς την προσοχή του επιστημονικού κόσμου με τις έρευνες του επί της βενζόλης και της… …   Dictionary of Greek

  • Μπέιλσταϊν, Φρίντριχ Κόνραντ — (Πετρούπολη 1838 – 1906). Ρώσος χημικός, γερμανικής καταγωγής. Σπούδασε με τον Μπούνσεν στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Ασχολήθηκε με την οργανική χημεία και υπήρξε σημαντική η συμβολή του στη μελέτη των αρωματικών παραγώγων του νατρίου και… …   Dictionary of Greek

  • Μπενέντικτοφ, Βλαντιμίρ Γκριγκόρεβιτς — (Πετρούπολη 1807 – 1873) Ρώσος ποιητής. Υπήρξε από τις πιο χαρακτηριστικές προσωπικότητες της ρωσικής ρομαντικής ποίησης μετά τον Πούσκιν. Το 1835, δημοσίευσε τη συλλογή Ποιήματα, όπου ο λυρισμός του, εμπνευσμένος από τη φύση και τον έρωτα,… …   Dictionary of Greek

  • Μπεστούτζεφ-Μαρλίνσκι, Αλεξάντρ Aλεξάντροβιτς — (Πετρούπολη 1797 – Καύκασος 1837) Ρώσος ποιητής και μυθιστοριογράφος. Από το 1823 έως το 1825 εξέδιδε το λογοτεχνικό ημερολόγιο Πολικός Αστέρας, όπου δημοσίευσε άρθρα και λυρικά ρομαντικά ποιήματα. Για τη συμμετοχή στο κίνημα των Δεκεμβριστών και …   Dictionary of Greek

  • Μπλοκ, Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς — (Πετρούπολη 1880 – 1921). Ρώσος ποιητής. Γιος ενός καθηγητή της νομικής, μακρινής γερμανικής καταγωγής και της κόρης του πρύτανη του πανεπιστήμιου της Πετρούπολης Μπεκέτοφ, μεγάλωσε σ’ ένα εκλεπτυσμένο περιβάλλον διανοουμένων, που τον εισήγαγε… …   Dictionary of Greek

  • Ογκαριόφ, Νικολάι Πλατόνοβιτς — (Πετρούπολη 1813 – Γκρήνουιτς, Λονδίνο 1877). Ρώσος ποιητής. Υπήρξε φίλος και συμμαχητής του Χέρτσεν και, όπως αυτός, αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί: στο Λονδίνο (όπου εγκαταστάθηκε το 1856) και αλλού συνεργάστηκε ενεργά στα δημοσιεύματα του… …   Dictionary of Greek

  • Οντογέφσκι, Αλεξάντρ Ιβάνοβιτς — (Πετρούπολη 1803 – Καύκασος 1839). Ρώσος ποιητής και επαναστάτης. Φίλος του Α.Σ. Γκριμπογέντωφ του Κ.Φ. Ρυλέγιεφ, πήρε μέρος στη συνομωσία των Δεκεμβριστών (1825) και καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα για οχτώ χρόνια. Ρομαντική ιδιοσυγκρασία,… …   Dictionary of Greek

  • Παβλένκο, Πιοτρ Αντρέγιεβιτς — (Πετρούπολη 1899 – Μόσχα 1951). Pώσος συγγραφέας. Σπούδασε στο πολυτεχνείο του Μπακού και πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1928. Έγραψε διάφορα έργα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Οδοφράγματα (1932), Έρημος (1932), Στην Ανατολή (1939)… …   Dictionary of Greek

  • Πάβλοβα, Άννα — (Πετρούπολη 1882 – Χάγη 1931). Ρωσίδα χορεύτρια. Σπούδασε χορό στην αυτοκρατορική σχολή, τελειοποιήθηκε με τους Γκερντ και Τσεκέτι και διακρίθηκε κατόπιν στο Μαριίνσκι. Πολύ γρήγορα έγινε διάσημη σε όλο τον κόσμο και κατέκτησε εξέχουσα θέση στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”